Πέμπτη 21 Ιουνίου 2012

ΒΙΑΣΤΕΙΤΕ ΠΡΙΝ ΤΕΛΕΙΩΣΕΙ Ο ΧΡΟΝΟΣ

Τελικά μετά από αρκετό καιρό πολιτικής αβεβαιότητας, από τις εκλογές της 17ης Ιουνίου προέκυψε κυβέρνηση συνεργασίας, αποτελούμενη από τη ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ και τη ΔΗΜΑΡ. Ο ΣΥΡΙΖΑ επέμεινε στη στάση που είχε και πριν από δυο μήνες για μη συμμετοχή του στην κυβέρνηση και θα είναι η νέα αξιωματική αντιπολίτευση. Η κυβέρνηση συνεργασίας των φιλοευρωπαϊκών κομμάτων ήταν αυτό που χρειαζόταν η χώρα αυτή τη δύσκολη στιγμή. Το κατά πόσο θα πετύχει, εξαρτάται από τους τρεις εταίρους και απ’ το κατά πόσο ειλικρινά βλέπουν αυτή τη συνεργασία. Οι πολιτικοί ηγέτες που θα στηρίξουν αυτήν την κυβέρνηση πρέπει να το κάνουν με θέρμη, χωρίς τις αμφιταλαντεύσεις που παρατηρήθηκαν στην κυβέρνηση Παπαδήμου. Κρίσιμο, όμως, είναι να διαθέσουν και ό,τι καλύτερο έχουν στις τάξεις τους για τη στελέχωση της διοίκησης και της κυβέρνησης. Χρειαζόμαστε ό,τι καλύτερο έχει ο τόπος στις καίριες θέσεις και σίγουρα δεν χρειαζόμαστε κουτοπόνηρες μικροπολιτικές τακτικές. Όποιος, για παράδειγμα, κινηθεί με τη λογική πως η αποτυχία της κυβέρνησης μπορεί να τον ωφελήσει πολιτικά αργότερα, θα εγκληματήσει έναντι των συμφερόντων της χώρας. Εξάλλου δεν πρέπει να παραλείπουμε ένα σημαντικό στοιχείο, το οποίο δεν είναι άλλο από την έλλειψη κουλτούρας συνεργασίας που κυριαρχούσε ως σήμερα στο πολιτικό μας σύστημα. Είναι χαρακτηριστικό ότι – αν εξαιρέσουμε το διαβόητο 1989 – πρέπει να ανατρέξει κανείς στο 1926 για να καταγράψει τη συγκρότηση κυβέρνησης «μεγάλου συνασπισμού», βενιζελικών και αντιβενιζελικών δυνάμεων, αμέσως μετά τις εκλογές. Και πάντως η μεταπολιτευτική εμπειρία της χώρας σε σχέση με τις κυβερνήσεις συνεργασίας, από την κυβέρνηση Ζολώτα έως την κυβέρνηση Παπαδήμου, δεν ήταν η ιδανική. Η συνοχή τέτοιων σχημάτων αποδείχθηκε ανύπαρκτη και η λειτουργία τους προβληματική. Τούτη τη στιγμή η συνοχή της κυβέρνησης συνεργασίας πρέπει να είναι μεγάλη και να λειτουργήσει αποτελεσματικά. αν η νέα κυβέρνηση Οφείλουν οι τρεις εταίροι, μαζί με τους νέους βουλευτές και υπουργούς να δημιουργήσουν ένα αίσθημα σταθερότητας και μια αίσθηση σοβαρότητας, την οποία έχει ανάγκη η χώρα. Επιβάλλεται να είναι όλοι τους έτοιμοι να συγκρουστούν εντός και (κυρίως) εκτός Ελλάδος για τα συμφέροντα της χώρας και των πολιτών. Οι πολιτικοί αρχηγοί οφείλουν να γνωρίζουν ότι με αυτή την κυβέρνηση η χώρα έχει την τελευταία ευκαιρία να παραμείνει στο ευρώ. Ο ελληνικός λαός είναι επιφυλακτικός απέναντι στην νέα κυβέρνηση, είναι όμως ταυτόχρονα και έτοιμος να επιβραβεύσει τα όπια θετικά βήματα γίνουν και ελαφρύνουν τα βάρη τους. Τώρα που όπως φαίνεται, τη χώρα δεν καλύπτει το σύννεφο της πολιτικής αβεβαιότητας, η νέα κυβέρνηση πρέπει να βιαστεί, διότι έχει χαθεί πολύτιμος χρόνος. Η μόνη ελπίδα, για να κερδίσουμε τον χαμένο χρόνο και να διασωθεί η χώρα από την πλήρη κατάρρευση, είναι η ενότητα στην κοινωνία και στην πολιτική. Η νέα κυβέρνηση χρειάζεται ένα συνεκτικό σχέδιο, το οποίο θα υλοποιηθεί με ταχύτητα, αποφασιστικότητα και κυρίως αποτελεσματικότητα. Δεν υπάρχει πλέον ούτε μια μέρα για χάσιμο, πόσο μάλλον για κομματικούς ανταγωνισμούς. Έστω και σε τούτη την ύστατη στιγμή πρέπει να συνειδητοποιήσουμε όλοι τις ευθύνες μας και να βάλουμε το εμείς στη θέση του εγώ. Η ενότητα στην κοινωνία και στην πολιτική είναι σημαντικότατος όρος επιβίωσης. Χωρίς αυτή, ο πόλεμος θα χαθεί και σε λίγους μήνες θα ζούμε σε μια χρεοκοπημένη χώρα όπου θα μετράμε τα ερείπια, τις πληγές μας και τις χαμένες γενιές.

Κυριακή 17 Ιουνίου 2012

ΚΡΙΣΙΜΕΣ ΣΤΙΓΜΕΣ ΑΛΛΑ ΥΠΑΡΧΕΙ ΕΛΠΙΔΑ

Την ώρα που γράφονται αυτές εδώ οι γραμμές, το αποτέλεσμα των εκλογών δεν έχει γίνει γνωστό. Ουδείς μπορεί να προβλέψει αν νικητής των εκλογών θα είναι ο ΣΥΡΙΖΑ ή η ΝΔ. Ευχή των περισσοτέρων είναι να προκύψει μια ισχυρή κυβέρνηση, στην οποία θα μετέχουν όσο το δυνατόν περισσότερα κόμματα και υποχρέωσή της θα είναι η συνέχιση της ευρωπαϊκής πορεία της χώρας, η παραμονή στο Ευρώ, η διαπραγμάτευση και αλλαγή πολλών επαχθών μέτρων των μνημονίων και η επανεκκίνηση των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων ώστε ν’ ανασάνει το κράτος και κυρίως οι πολίτες. Όποιο και αν είναι το αποτέλεσμα των εκλογών, το πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας θα παραμένει όσο δεν υιοθετούνται πολιτικές ανάπτυξης και περιστολής δαπανών. Η ύφεση διαρκώς αυξάνεται , η ανεργία έχει σπάσει όλα τα κοντέρ και η απώλεια εισοδημάτων στα ελληνικά νοικοκυριά όλο και μεγαλώνει. Από δω και στο εξής θα πρέπει σε πρώτη φάση να υπάρξει παύση νέων άμεσων ή έμμεσων φόρων. Οι πολίτες έχουν φθάσει στα όρια της δυνατότητάς τους να πληρώνουν φόρους, και είναι πάρα πολλοί εκείνοι που αποδεδειγμένα πλέον δεν μπορούν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους απέναντι στο κράτος. Πρέπει όποια κυβέρνηση προκύψει να μειώσει το κόστος του δημοσίου τομέα. Ακόμα και σήμερα, τη στιγμή που είμαστε πολύ κοντά στο να πιάσουμε ως χώρα πάτο, εξακολουθούν να λειτουργούν ζημιογόνες ΔΕΚΟ, Νομικά Πρόσωπα και αρκετές επιτροπές οι οποίες μόνο ζημιά έκαναν τόσα χρόνια στην οικονομία της χώρας. Ακόμα, πρέπει να εντατικοποιήσουμε την προσπάθεια για βελτίωση της παραγωγικότητας και να κάνη η νέα κυβέρνηση τα απαραίτητα βήματα για προσέλκυση ξένων και εγχώριων επενδύσεων. Όσο πιο λίγα παράγουμε ως χώρα, τόσο λιγότερο άνετα θα ζούμε. Δεν είναι δυνατόν η χώρα μας να είναι από τις πιο πλούσιες, εδαφικά και ενεργειακά, και σχεδόν όλα μας τα καταναλωτικά αγαθά να είναι εισαγόμενα. Η αύξηση της παραγωγής θα προέλθει μόνο από τη βελτίωση της τεχνογνωσίας και τις επενδύσεις. Αν δεν βελτιωθεί το επενδυτικό κλίμα και η ελκυστικότητα των επενδύσεων, θα μείνουμε κι’ άλλο πίσω και δεν θα μας σώσει ούτε μια πιθανή κυβέρνηση συνεργασίας. Με την αύξηση των επενδύσεων θα τονωθεί η οικονομική δραστηριότητα, η επιχειρηματικότητα και θα μπορούμε πλέον να μιλάμε για την Ελλάδα της δημιουργίας και της παραγωγής. Οι οικονομικές πολιτικές των τριών τελευταίων δεκαετιών έφεραν την Ελλάδα στα πρόθυρα της χρεοκοπίας. Μεταρρυθμίσεις που εφαρμόστηκαν σε άλλες χώρες πολλά χρόνια νωρίτερα αναβάλλονταν συνεχώς στην Ελλάδα. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα η χώρα να μείνει πολύ πίσω και να βρεθεί με ένα μη παραγωγικό δημόσιο τομέα, ένα άνισο και αναποτελεσματικό σύστημα συλλογής φόρων, ένα μη βιώσιμο συνταξιοδοτικό σύστημα, και ένα περιοριστικό και αναποτελεσματικό ρυθμιστικό πλαίσιο στην οικονομία, η ανταγωνιστικότητα της οποίας είναι χαμηλή και μειώνεται συνεχώς. Αν η Ελλάδα δεν μεταρρυθμίσει άμεσα την οικονομία της υπάρχει κίνδυνος ένα μεγάλο μέρος της νέας γενιάς (και ιδιαίτερα τα πιο δημιουργικά και επιχειρηματικά άτομα) να μεταναστεύσουν στο εξωτερικό. Το μόνο θετικό στοιχείο σχετικά με την τρέχουσα οικονομική κατάσταση στην Ελλάδα είναι ότι υπάρχει μεγάλο περιθώριο βελτίωσης. Είναι στο χέρι της νέας κυβέρνησης να δώσει το έναυσμα για αυτές τις αλλαγές που απαιτούνται. Οι εξελίξεις που έρχονται για το πολιτικό σύστημα παρουσιάζουν μεγάλο ενδιαφέρον και έπεται συνέχεια. Αυτό που όμως προέχει, είναι η νέα κυβέρνηση να δουλέψει για τη χώρα και όλους εμάς. Γιατί πολλές φορές οι εξελίξεις στην αγορά και την οικονομία υπερβαίνουν τις πολιτικές εξελίξεις. Πρέπει η νέα κυβέρνηση να ζητήσει και να επιβάλλει επαναδιαπραγμάτευση και να ξεκινήσει η ανοικοδόμηση της ελληνικής οικονομίας. Πρέπει όλοι οι συμμετέχοντες στις εκλογές αυτές να δουν σφαιρικά την κατάσταση και να φανούν αντάξιοι της ιστορικής ευθύνης που πέφτει στις πλάτες τους.

Πέμπτη 7 Ιουνίου 2012

ΤΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΜΙΑΣ ΧΕΙΡΟΔΙΚΙΑΣ

Η επίθεση που δέχτηκε η κ. Κανέλλη από τον εκπρόσωπο τύπου της ‘Χρυσής Αυγής’, εκτός από το γεγονός ότι είναι καταδικαστέα από κάθε σκεπτόμενο πολίτη, είναι μια αφορμή για να εξαχθούν κάποια χρήσιμα συμπεράσματα. Για τη δράση και την ιδεολογία της ‘Χρυσής Αυγής’ έχουμε μιλήσει αρκετές φορές και μια ακόμη επανάληψη θα κουράσει. Σκόπιμο είναι όμως να αναφέρουμε ότι για τη δυναμική που έχει καταγράψει, και για το ‘δικαίωμα’ που έχουν αποκτήσει τα στελέχη της να χειροδικούν απέναντι σε συνανθρώπους μας, φταίνε σε μεγάλο βαθμό τα Μέσα Ενημέρωσης. Ο αποκλεισμός τους όλα αυτά τα χρόνια από το προσκήνιο, δημιούργησε τον «μύθο» τους και τους θέριεψε στις πρόσφατες κάλπες. Και ο προεκλογικός αποκλεισμός τους, που επιβλήθηκε από μια κακώς εννοούμενη πολιτική ορθότητα, λειτούργησε τελικά υπέρ τους. Τα Μέσα όμως, παρά το επεισόδιο που δημιουργήθηκε, δεν πρέπει να υποπέσουν εκ νέου σε λάθος. Πρέπει να συνεχίζουν να καλούν τους εκπροσώπους της ‘Χρυσής Αυγής’, όχι μόνο διότι έχουν και εκείνοι δικαίωμα στην προβολή και στη διατύπωση των απόψεών τους, αλλά επειδή ακριβώς οι απόψεις τους και οι συμπεριφορές τους αυτές πρέπει να βγουν επιτέλους στον αφρό ώστε να μπορέσουν να καταλάβουν και οι 437.688 συμπολίτες μας , τι κόμμα ψήφισαν στις εκλογές του Μαΐου. Όμως επειδή η ηγετική ομάδα της ‘Χρυσής Αυγής’ μόνο χαζή δεν μπορεί να χαρακτηριστεί, θα επιβάλλει στα στελέχη της τον αυτό- αποκλεισμό από τα Μέσα για να μην εκτεθούν περαιτέρω στους ψηφοφόρους. Εκτός από το λάθος των ΜΜΕ, ευθύνη για τη διαμορφωθείσα κατάσταση φέρει σαφώς και το κράτος. Η απουσία της πολιτείας από πολλά σημεία της πρωτεύουσας, αλλά και όλης της χώρας, μετέτρεψε τους κατοίκους του κέντρου σε φοβισμένα πλάσματα. Αισθάνθηκαν απροστάτευτοι και αυτό είχε ως αποτέλεσμα, μαζί με την ολιγωρία της αστυνομίας, να ενδυναμωθούν οι ακροδεξιές ομάδες της ‘Χρυσής Αυγής’. Το ιστορικό κέντρο έχει χωριστεί εδώ και χρόνια στα δυο και κανείς δεν φαίνεται να θορυβείτε ακόμη και τώρα. Αναμφίβολα ζούμε την εποχή των άκρων , στην οποία κυρίαρχη θέση έχει ο φόβος και η απαισιοδοξία. Αυτό είναι ορατό παντού και σε καθημερινή βάση. Η ανεπάρκεια του κράτους γιγαντώνει τα παραπάνω αισθήματα και οδηγεί γρηγορότερα τον απλό διαδηλωτή, τον απλό πολίτη, τον παράνομο μετανάστη, τον αναρχικό και τον ακροδεξιό να μετατραπεί σε εν δυνάμει δολοφόνο. Το κράτος, με την ευρεία έννοιά του, δεν τυγχάνει πλέον του σεβασμού του απλού πολίτη και αυτή είναι σίγουρα μια τραγική διαπίστωση, ικανή για να εξηγήσει τις πρόσφατες επιθέσεις σε πολιτικούς, σε δημοσιογράφους και σε ανθρώπους του πνεύματος. Στο κρίσιμο αυτό σημείο έγκειται και το ανησυχητικό γεγονός ότι ακόμα και δημοκρατικοί πολίτες ναι μεν καταδικάζουν τέτοια επεισόδια τύπου Κασιδιάρη, αλλά ενδόμυχα τα καταλαβαίνουν και προσπαθούν αποκηρύσσοντας τα να τα δικαιολογήσουν. Κανείς δεν γνωρίζει αν η χώρα θα καταφέρει να σωθεί ή αν θα πτωχεύσει. Όλο είναι ρευστά και διαρκώς μεταβαλλόμενα. Σίγουρα όμως όλοι μας γνωρίζουμε ότι η καθημερινότητά μας θα μετατραπεί σύντομα σε ζούγκλα αν συνεχιστεί η αδράνεια και η ανυπαρξία της πολιτείας. Έχουμε πλέον να αντιμετωπίσουμε μια κατάσταση που περισσότερο και από την οικονομική κρίση απειλεί να καταπιεί ό,τι έχει απομείνει θετικό σ' αυτή την κοινωνία. Στο τέλος ο φόβος θα είναι το κυρίαρχο συναίσθημα που θα απομείνει. Αυτή η αδράνεια και ο φόβος, μαζί με την αγανάκτηση για τα δυο μεγάλα κόμματα και την επιλεκτική ιστορική μνήμη πολλών συμπολιτών μας, εξέθρεψε τη ραγδαία άνοδο της ‘Χρυσής Αυγής’. Και μαζί με την άνοδο των νεοναζί, παρατηρούμε και τη μετατροπή των μέχρι χθες υγιώς σκεπτόμενων συνανθρώπων μας σε δικηγόρους του διαβόλου της ‘Χρυσής Αυγής’.

Δευτέρα 4 Ιουνίου 2012

ΟΙ ΑΚΡΟΒΑΣΙΕΣ ΤΟΥ ΣΥΡΙΖΑ

Στην τελική ευθεία προς τις εκλογές, τα κόμματα έχουν εξειδικεύσει τα προγράμματά τους και προσπαθούν να προσελκύσουν όσο το δυνατόν περισσότερους ψηφοφόρους. Η κατάσταση είναι εν πολλοίς παγιωμένη καθώς όπως δείχνουν όλες οι δημοσκοπήσεις, αλλά και το ρεύμα που έχει αναπτυχθεί στην κοινωνία, ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ συναγωνίζονται για την πρώτη θέση. Το ΠΑΣΟΚ έχει ‘κλειδώσει’ το πρόσφατο ποσοστό που έλαβε ενώ τα υπόλοιπα κόμματα, με μοναδική ίσως εξαίρεση τη ΔΗΜΑΡ, έχουν πτωτικές τάσεις με αφορμή το δίπολο που έχει δημιουργεί μεταξύ ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον στο δρόμο προς τις κάλπες παρουσιάζει το οικονομικό πρόγραμμα που έχει παρουσιάσει ο ΣΥΡΙΖΑ μετά από αρκετές παλινωδίες και καθυστερήσεις. Αρχικά ο ΣΥΡΙΖΑ, κάνει λόγο για ακύρωση του μνημονίου και των εφαρμοστικών νόμων του. Αυτή η προοπτική, παρόλο που βρίσκει πολλούς θαυμαστές στο εκλογικό σώμα, είναι ιδιαίτερα επικίνδυνη, μιας και μονομερής καταγγελία και ακύρωση του μνημονίου μπορεί να οδηγήσει τη χώρα μας εκτός Ευρωζώνης. Έχουμε τονίσει και στο παρελθόν ότι αποχώρηση από το κοινό νόμισμα και μια πιθανή επιστροφή στη δραχμή θα ήταν οδυνηρή και θα γύριζε τη χώρα και το βιοτικό επίπεδο όλων μας δεκαετίες πίσω. Και τότε η δύσκολη κατάσταση που ζούμε σήμερα θα φαντάζει παράδεισος. Ο ΣΥΡΙΖΑ ακόμα, προτείνει την επαναδιαπραγμάτευση του χρέους, πρόταση η οποία αποτελεί κοινή συνισταμένη τόσο της ΝΔ όσο και του ΠΑΣΟΚ. Η νέα κυβέρνηση που θα προκύψει πρέπει να κουβεντιάσει με τους εταίρους μας και να πετύχει την περαιτέρω μείωση του χρέους, των επαχθών τόκων και να δοθεί ανάσα στις ελληνικές επιχειρήσεις και στα νοικοκυριά. Σχετικά με τα εργασιακά, ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και η ΝΔ, προτείνουν ο κατώτατος μισθός να επιστρέψει στα 751 ευρώ. Αυτό το μέτρο θα έδινε ανάσες σε πάρα πολλά νοικοκυριά και θα ήταν και μια τονωτική ένεση για την αγορά που στενάζει. Ακόμα μια ενδιαφέρουσα πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ έχει να κάνει με την ολική ή μερική διαγραφή των δανειακών υποχρεώσεων των υπερχρεωμένων νοικοκυριών, που αποδεδειγμένα δεν μπορούν να αποπληρώσουν. Όταν μια οικογένεια έχει υποστεί σε αρκετές περιπτώσεις ακόμα και 50% μείωση εισοδήματος, εξυπακούεται πως και να είχε την πρόθεση δεν μπορεί να καλύψει εξ’ ολοκλήρου μια δανειακή υποχρέωση που μπορεί να έχει. Εκτός των δυο παραπάνω θετικών προτάσεων, πρόθεση του ΣΥΡΙΖΑ είναι να τεθούν οι στρατηγικής σημασίας ΔΕΚΟ υπό δημόσιο έλεγχο. Αυτό θα ήταν ευχής έργων, όμως το πρόσφατο παρελθόν έχει δείξει ότι το πάλαι ποτέ κράτος – εθνικός επιχειρηματίας ήταν υπεύθυνο για τη δημιουργία τεράστιων ελλειμμάτων , τα οποία δυστυχώς φορτώθηκαν στις πλάτες τους οι Έλληνες φορολογούμενοι. Ανεξαρτήτως του μνημονίου, μεταρρυθμίσεις πρέπει να γίνουν στη χώρα μας, και ένα μέτρο όπως η εκ νέου εθνικοποίηση ζημιογόνων ΔΕΚΟ θα αποτελούσε σημαντικό τροχοπέδη στην εθνική προσπάθεια σωτηρίας που απαιτείται. Στη συνέχεια, ο ΣΥΡΙΖΑ προτείνει την εθνικοποίηση και τον δημόσιο έλεγχο των τραπεζών. Σαφώς και οι τράπεζες έχουν μεγάλο μερίδιο ευθύνης για την κατάσταση που έχει δημιουργηθεί, όμως πιθανή εθνικοποίησή τους θα ήταν μια επιστροφή σε αποτυχημένα μοντέλα άλλων δεκαετιών όταν το κράτος - διαχειριστής απέτυχε. Το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ, είναι αρκετά φιλόδοξο και φέρνει στο μυαλό των ψηφοφόρων το πρόσφατο ‘Λεφτά υπάρχουν’ που είχε πει ο κ. Παπανδρέου πριν από τρία χρόνια. Είναι ένα πρόγραμμα αρκετά ασαφές μιας και ουσιαστική απάντηση στο καίριο ζήτημα παραμονή στο ευρώ ή επιστροφή στη δραχμή, δεν έχει δοθεί . Ο ΣΥΡΙΖΑ και ειδικότερα ο κ. Τσίπρας, οφείλει να αντιληφθεί ότι στη θέση που βρίσκεται η χώρα μας, οι πολιτικές ακροβασίες και οι εκβιασμοί προς τους δανειστές μας δεν είναι και ο καλύτερος σύμβουλος. Δεν πρέπει ο ΣΥΡΙΖΑ να ποντάρει στην άποψη ότι ‘κανένα κράτος – μέλος δεν μπορεί να αποχωρήσει από την Ευρωζώνη’. Η Ευρώπη βρίσκεται σε μια φάση κρίσης αλλά ταυτόχρονα και μεταλλαγής. Μέχρι πρότινος όντως ουδείς μπορούσε να μιλήσει για έξοδο μιας χώρας από το ευρώ. Όμως τίποτα δεν είναι όπως παλιά και η κυβέρνηση της χώρας που θα προκύψει πρέπει να είναι ρεαλιστική και όχι να ποντάρει σε ατεκμηρίωτες και ασαφείς υποθέσεις. Αλλιώς και να μην το θέλουμε, θα μας επιβληθεί η επιστροφή στη δραχμή.

ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΥΠΑΡΞΕΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΧΩΡΙΣ ΠΟΛΙΤΙΚΟΥΣ;

  Ο Κασσελάκης λοιπόν επιβεβαίωσε τα προγνωστικά του πρώτου γύρου και είναι από χθες ο νέος Πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ. Έχουν ειπωθεί πολλά τα οποί...