Σχολιασμός της πολιτικής επικαιρότητας, ανάρτηση πολιτικών, ιδεολογικών και θεωρητικών κειμένων καθώς επίσης και οτιδήποτε άλλο χρήζει σχολιασμού!
Δευτέρα 23 Ιουλίου 2012
Η ΚΟΝΤΟΦΘΑΛΜΗ ΓΕΡΜΑΝΙΑ
Η Γερμανία, με πρωτοπαλίκαρο τον αντικαγκελάριο κ. Ρέσλερ, συνεχίζει τις αμείωτες πιέσεις προς τη χώρα μας. Ο τελευταίος πρόσφατα, δήλωσε ότι υπάρχει μεγάλη πιθανότητα εξόδου της χώρας μας από την ευρωζώνη, ενώ ο γερμανικός τύπος καθημερινά κουνάει στη χώρα μας το δάχτυλο και προτρέπει τη γερμανική κυβέρνηση να σταματήσει τη χορήγηση βοήθειας προς την Ελλάδα. Αυτό που συνεχίζουν να μην καταλαβαίνουν οι Γερμανοί, είναι ότι μια πιθανή έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ, θα έχει και για την ίδια πάρα πολλά οικονομικά προβλήματα. Με την Ισπανία, την Πορτογαλία και την Ιταλία να είναι στο ‘κόκκινο’, το μέλλον του ευρώ συνεχίζει να απειλείται πολύ σοβαρά και η Γερμανία, αν και μπορεί να φαντάζει η πιο ισχυρή ευρωπαϊκή οικονομία, θα αντιμετωπίσει σίγουρα αντίστοιχα προβλήματα σε περίπτωση κατάρρευσης ή διάσπασης της ευρωζώνης. Σε περίπτωση διάσπασης του ευρώ, η γερμανική οικονομία θα καταγράψει ύφεση της τάξης του 10% μόλις μέσα σε ένα χρόνο. Ταυτόχρονα, οι άνεργοι στη Γερμανία θα ξεπεράσουν τα 5 εκατομμύρια. Και αυτά διότι δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ναι μεν οι εξαγωγές της Γερμανίας δημιούργησαν την ισχυρή γερμανική οικονομία, όταν όμως η ζήτηση από τις λοιπές ευρωπαϊκές χώρες λόγω μιας πιθανής κατάρρευσης ή διάσπασης του κοινού νομίσματος περιοριστεί, τότε ο αντίκτυπος θα είναι άμεσος τόσο στη γερμανική οικονομία όσο και στους Γερμανούς πολίτες.
Επίσης, ακόμα και στην ισχυρή γερμανική οικονομία, μέσω έκθεσης της Κεντρικής της Τράπεζας που είδε το φως της δημοσιότητας, το β’ τρίμηνο του έτους που διανύουμε αναμένεται να κυριαρχήσει μεγάλη αβεβαιότητα. Η εικόνα, όμως, έχει αρχίσει να γίνεται πιο ζοφερή για τη μεγαλύτερη ευρωπαϊκή οικονομία, με τον δείκτη επιχειρηματικής εμπιστοσύνης Ifo να καταγράφει πτώση για δεύτερο συνεχή μήνα τον Ιούνιο, υποχωρώντας στα χαμηλά δύο ετών. Ακόμα, αναλυτές της BofA Merrill Lynch στη μηνιαία δημοσκόπηση του οίκου, αναφέρουν ότι ο κίνδυνος από τις χώρες της περιφέρειας έχει φτάσει στον «πυρήνα» της ευρωζώνης. Μάλιστα έχει αυξηθεί σημαντικά το ποσοστό των fund managers που υποστηρίζουν ότι η γερμανική οικονομία θα υποστεί ένα αρνητικό σοκ μέσα στο 2012, μιας και το ενδεχόμενο αυτό έχει τριπλασιαστεί στο 32% από το 10% τον Ιούνιο. Με λίγα λόγια, καταλαβαίνει εύκολα κανείς ότι ακόμα και η Γερμανία, δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να επιθυμεί ή ακόμα χειρότερα να υποκινεί σενάρια διάλυσης της ευρωζώνης.
Ο γερμανικός νεομερκαντιλισμός αποσταθεροποιεί την ευρωπαϊκή νομισματική ένωση. Ο «εκσυγχρονισμός» της αγοράς εργασίας –ψευδώνυμο της αποδιάρθρωσής της– αρχίζει τη δεκαετία του ’90 και επιταχύνεται με την «Ατζέντα 2010». Απέβλεπε στη μείωση του μεριδίου των μισθών στην κατανομή του εθνικού πλούτου και επέβαλλε τις ανισότητες στη γερμανική επικράτεια. Η Γερμανία, όπως και η Ιταλία, σημείωσε τους χαμηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης ανάμεσα στο 1999 (ενιαίο νόμισμα) και το 2007 (τελευταία χρονιά πριν την κρίση). Η οικονομία της δημιούργησε λιγότερες θέσεις εργασίας από την οικονομία της Γαλλίας, της Ισπανίας ή και της Ιταλίας (και η υστέρηση αυτή επιμένει). Ακόμη και στην τετραετία της ευημερίας (2005-2008), που ορισμένοι πολιτικοί δεν δίστασαν να τη χαρακτηρίσουν «νέο γερμανικό οικονομικό θαύμα», δημιουργήθηκαν λιγότερες θέσεις εργασίας απ’ ό,τι στη Γαλλία την ίδια περίοδο. Την ίδια στιγμή το χάσμα ανάμεσα στους πλούσιους και τους φτωχούς διευρύνθηκε τόσο γρήγορα, που ο ΟΟΣΑ διαπιστώνει ότι στο διάστημα 2000-2005 «οι ανισότητες στις αμοιβές και η φτώχεια μεγάλωσαν στη Γερμανία πιο γρήγορα από ό,τι σε οποιαδήποτε άλλη χώρα του ΟΟΣΑ». Αυτή η υποχώρηση οφείλεται στη μείωση της φορολογίας των επιχειρήσεων και των υψηλών εισοδημάτων, καθώς και στην επίμονη επιδίωξη να ισοσκελιστεί ο προϋπολογισμός και να μειωθεί το δημόσιο χρέος.
Η χτυπητή αντίθεση ανάμεσα σε μια εσωτερική οικονομία άτονη και έναν εξαγωγικό τομέα πολύ δυναμικό προκύπτει κατά μεγάλο μέρος από αυτή την πολιτική. Μεταξύ 1999 και 2007 η Γερμανία ήταν η μόνη χώρα της ευρωζώνης που οι εξαγωγές της συνέβαλαν κατά πολύ περισσότερο στην αύξηση του ΑΕΠ σε σύγκριση με την εσωτερική οικονομική δραστηριότητα. Η γερμανική στρατηγική, στηριγμένη αποκλειστικά στις εξαγωγές, δεν μπορεί να έχει αποτελέσματα, παρά μόνο αν όλοι οι εταίροι της συνεχίσουν να αυξάνουν σε βάθος τα εμπορικά τους ελλείμματα. Αυτά ακριβώς που είναι υπεύθυνα για την παρούσα κρίση. Η νομισματική ένωση δεν μπορεί να λειτουργήσει για πολύ, εφόσον η πιο ισχυρή οικονομία της συμβάλλει τόσο λίγο στη συνολική ζήτηση. Η Γερμανία δεν πρέπει να επιθυμεί διάλυση της ευρωζώνης. Όμως κοντόφθαλμα, και εν πολλοίς εκδικητικά απέναντι στις χώρες του Νότου, σ’ αυτό βοηθά. Για τον λόγο αυτό και η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να σταματήσει την υποτακτική στάση όπως έχουμε ξαναπεί. Γιατί αν καταρρεύσει το ευρώ δεν θα συμφέρει κανέναν εμπλεκόμενο.
Σάββατο 14 Ιουλίου 2012
ΣΤΑΜΑΤΗΣΤΕ ΤΗΝ ΥΠΟΤΑΚΤΙΚΗ ΣΤΑΣΗ
Προεκλογικά, τόσο η ΝΔ όσο και τα υπόλοιπα δυο κόμματα που στηρίζουν τη νέα κυβέρνηση, τόνιζαν την αναγκαιότητα για επαναδιαπραγμάτευση. Ο κ. Στουρνάρας, στο πρόσφατο Eurogroup, δήλωσε επίσημα ότι το «μεσοπρόθεσμο» έχει ξεφύγει από τους στόχους του από τα μέσα Μαρτίου, οπότε κάθε διάθεση για επαναδιαπραγμάτευση από την ελληνική πλευρά δεν έχει καμιά αξία και πρέπει να μπει στην κατάψυξη. Με λίγα λόγια είπε ο υπουργός Οικονομικών ότι για να υπάρξει οποιαδήποτε συζήτηση για επικαιροποίηση των μέτρων που προβλέπονται στο Μνημόνιο 2, πρέπει να περάσει αρκετός καιρός και άμεσα πρέπει να παρθούν ισοδύναμα μέτρα 3 δις. Ευρώ για να μπει η οικονομία της χώρας σε μια ομαλή τροχιά. Η κυβέρνηση φαίνεται πως σε πρώτη φάση ενδιαφέρεται μόνο για μια προοπτική επιμήκυνσης, και ότι υποστήριζε με σθένος προεκλογικά το ξέχασε. Στην περίπτωση μια νέας επιμήκυνσης προς το τέλος του 2012, ο νέος εκτροχιασμός του νέου «προγράμματος» το οποίο σίγουρα θα ακολουθήσει, πολύ πιθανόν να φέρει την καταστροφή της οικονομίας της χώρας και κατ’ επέκταση της ευρωζώνης. Και αυτός ο κίνδυνος είναι βάσιμος αν αναλογιστούμε τι ακριβώς συνέβη όταν πριν λίγους μήνες η τότε κυβέρνηση είχε πετύχει μια ανάλογη επιμήκυνση. Σε μια νέα ενδεχόμενη επιμήκυνση, το ελληνικό δημόσιο θα αναγκαστεί να ξανα-κουρέψει τα δάνειά του, να βρεθεί δηλαδή σε κατάσταση επιλεκτικής ή ελεγχόμενης χρεωκοπίας, καθώς μια οικονομία που συρρικνώνεται σε ρυθμό -7% με -10% θα πρέπει να πληρώνει αρνητικά επιτόκια για να διατηρεί κάποια ελπίδα ότι θα δύναται να καταβάλει έγκαιρα τις δόσεις των δανείων της.
Το πρόβλημα όμως δεν έγκειται μόνο στο γεγονός ότι η κυβέρνηση φαίνεται πως επιλέγει μια νέα επιμήκυνση. Είναι βεβαίως πρόβλημα, αλλά το σημαντικότερο όλων είναι η στάση που επιδεικνύει από την έναρξη της θητείας της. Απέναντι στις Βρυξέλλες και στους εταίρους – δανειστές, κρατά μια στάση που μπορεί να χαρακτηριστεί το λιγότερο παθητική. Δεν επιδιώκει να φέρει την παραμικρή αντίρρηση, και αυτό το γεγονός γεμίζει με θυμό και απαισιοδοξία τους Έλληνες πολίτες. Εκτός αυτού, το ερώτημα που απασχολεί ,όχι μόνο την κυβέρνηση αλλά και όλους τους διαρκώς δοκιμαζόμενους Έλληνες, είναι που θα βρεθούν τόσα χρήματα σε τόσο μικρό διάστημα. Όσα δηλαδή απαιτούνται να κερδίσει το κράτος για να μπορεί η χώρα να λάβει την δόση του Αυγούστου. Η απάντηση, σύμφωνα και με την εμπειρία των τελευταίων ετών, είναι δυστυχώς εύκολη: από τους συνήθεις – ύποπτους, τους μικρομεσαίους Έλληνες. Παρατηρούμαι ότι η κυβέρνηση παραμένει πιστή στην προεκλογική της δέσμευση να μην περικόψει εκ νέου τα ειδικά μισθολόγια στα οποία ανήκουν οι ένστολοι, οι γιατροί, οι διπλωμάτες, οι καθηγητές σχολών κ.α. Αυτό όμως σημαίνει ότι πρέπει να βρει χρήματα από άλλη πηγή, και αυτή η πηγή το πιθανότερο είναι να ονομάζεται εκ νέου μείωση των ήδη πετσοκομμένων χαμηλών μισθών και συντάξεων. Ενδεχόμενες νέες μειώσεις, συνδυαζόμενες με την έκρηξη της ανεργίας, την πανταχόθεν φοροεπιδρομή και τον υπερπολλαπλασιασμό των λουκέτων στην αγορά, όχι μόνο δεν θα βοηθήσουν αλλά θα εντείνουν την ύφεση.
Το έργο που έχει αναλάβει η νέα κυβέρνηση σαφώς και είναι πολύ δύσκολο. Αυτή η πραγματικότητα όμως πρέπει να υποχρεώσει την κυβέρνηση να πετάξει από πάνω της τον μανδύα του ‘καλού παιδιού’ που λέει σε όλα ναι και δεν φέρνει καμιά αντίσταση. Λύση δεν είναι σε καμία περίπτωση η συνέχιση της ύφεσης με τα μέτρα που είναι προ των πυλών. Ούτε αποτελεί σοφή επιλογή το ξεπούλημα όλης της δημόσιας περιουσίας. Ο υπουργός Οικονομικών και το επιτελείο του πρέπει να βρουν λύσεις που ταυτόχρονα θα εξυπηρετούν το δημόσιο χρέος και δεν θα σφίγγουν περισσότερο τη θηλιά στο λαιμό του. Δεν είναι αυτό εύκολο, κυρίως γιατί η στάση της Τρόικας είναι εχθρική προς τη χώρα μας, και αυτή η στάση ενδυναμώνεται από την υποτακτικότητα που δείχνει η κυβέρνηση. Αλλά για τα δύσκολα εκλέχθηκε αυτή η κυβέρνηση και για να υπηρετήσει το συμφέρον των Ελλήνων πολιτών.
Δευτέρα 9 Ιουλίου 2012
ΑΝ ΑΛΛΑΞΕΙ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΕΧΕΙ ΜΕΛΛΟΝ
Το αποτέλεσμα των εκλογών ήταν ένα ηχηρό χαστούκι για το ΠΑΣΟΚ. Κατάφερε να χάσει τεράστιο κομμάτι της εκλογικής του δύναμης και ειδικότερα στις παραγωγικές ηλικίες υπέστη μεγάλη καθίζηση. Πριν από λίγες μέρες, στην ,πρώτη μετά τις εκλογές, Συνδιάσκεψη του κόμματος, ο κ. Βενιζέλος ανέφερε ξεκάθαρα ότι το ΠΑΣΟΚ όπως το ήξεραν οι εκλογείς ουσιαστικά τελείωσε και πλέον ανοίγει ένας νέος κύκλος ανασύστασης στην ιστορία του κόμματος. Στην προκειμένη Συνδιάσκεψη, ακούστηκε η φωνή της βάσης του κόμματος σε αρκετά ευρεία έκταση. Η μέθοδος της ανάδειξης ομιλητών μέσω κλήρωσης, απέτρεψε να γίνει η συνδιάσκεψη ηχηρή παρέλαση επωνύμων παραγόντων που θα ξεδίπλωναν τις ατομικές τους στρατηγικές, καλυμμένες υπό το πέπλο της ανασύστασης του πάλαι ποτέ κραταιού κινήματος.
Η αυτό-οργάνωση για το νέο ΠΑΣΟΚ που κήρυξε ο κ. Βενιζέλος μπορεί να θυμίζει σε αρκετούς τον καιρό του Αντρέα και τα πρώτα χρόνια του Κινήματος, όμως από τότε οι καιροί έχουν αλλάξει σε υπερθετικό βαθμό. Ωστόσο, κόντρα σε εκείνους που σιγοψιθυρίζουν ότι το ΠΑΣΟΚ είναι ήδη νεκρό, η τωρινή συγκυρία μπορεί να λειτουργήσει αναγεννησιακά και να μετατρέψει ένα γερασμένο και κουρασμένο κόμμα σε ένα νέο, «ανοιχτό, δημοκρατικό, αποκεντρωμένο, ψηφιακό, δικτυωμένο στην κοινωνία, με νέες συμμαχίες και λαϊκά ερείσματα. Το ΠΑΣΟΚ πρέπει να μετατραπεί σε ένα σύγχρονο κόμμα της ευρωπαϊκής Σοσιαλδημοκρατίας, πετώντας από πάνω του τις ταμπέλες του κρατισμού και του κυβερνητισμού. Οφείλει να αποτελέσει το εναλλακτικό πόλο, να στοιχειοθετήσει τον χώρο του Κέντρου και να έχει συγκροτημένη άποψη και πολιτική πρόταση για την πορεία του έθνους, για το μοντέλο ανάπτυξης, για την λειτουργία των δημοκρατικών και κοινοβουλευτικών θεσμών. Το ΠΑΣΟΚ πρέπει αν θέλει να έχει μέλλον, να αφουγκραστεί την διαρκώς μεταβαλλόμενη κοινωνία των πολιτών, να στήσει νέες οργανώσεις και δίκτυα που θα λειτουργούν ως χώροι προβληματισμού και παραγωγής πολιτικής, μακριά από μικροπολιτικές σκοπιμότητες και εσωκομματικά παιχνίδια.
Το ΠΑΣΟΚ για να καταφέρει να έχει ύπαρξη, πρέπει να μετεξελιχθεί σε σύγχρονο ευρωπαϊκό κόμμα. Να βασιστεί δηλαδή σε έναν κοινά συμφωνημένο κορμό προοδευτικής πολιτικής, πάνω στον οποίο θα αρθρώνονται τάσεις, πολιτικές αλλά και ιδεολογικές εξειδικεύσεις, μέσα πάντα στο περίγραμμά του και όχι στην περιφέρειά του. Οφείλει να δώσει χώρο σε διαφορετικές απόψεις και κυρίως σε αυτές που έρχονται από την κοινωνία, όπως είπαμε και παραπάνω. Και βεβαίως προαπαιτούμενο όλων των παραπάνω είναι η πλήρης ανανέωση σε στελεχιακό δυναμικό. Για το ΠΑΣΟΚ το βράδυ της 17ης Ιουνίου ένας ιστορικός κύκλος έκλεισε, και είναι στο χέρι του ν’ ανοίξει ένας νέος. Ο προεκλογικός ρεαλισμός και η υπεύθυνη στάση που επέδειξε με τη στήριξη της κυβέρνησης συνεργασίας είναι τα πρώτα θετικά σημάδια. Ο δρόμος όμως παραμένει μακρύς και δύσκολος. Το ΠΑΣΟΚ αφυδατώθηκε χρόνια τώρα στην απορρόφησή του από το κράτος και στον κυβερνητισμό. Μετρούσε σε πολλές περιπτώσεις το πολιτικό κόστος και αυτό συνεπαγόταν τη στασιμότητα και την έλλειψη μεταρρυθμίσεων. Πλέον, παρόλο που έχει φτάσει στο χαμηλότερο επίπεδο της ιστορίας του, έχει ταυτόχρονα μια πρόκληση να αδράξει την ευκαιρία, να αλλάξει εκ βαθέων και να καταφέρει να αποτελέσει έναν εναλλακτικό πόλο στο πολιτικό μας σύστημα. Και η λογική των συμμαχιών με όμορους πολιτικά χώρους πρέπει να αποτελεί μια από τις προτεραιότητες της ηγεσίας για τη διαμόρφωση ενός προοδευτικού πλειοψηφικού ρεύματος.
Κυριακή 1 Ιουλίου 2012
Η ΕΛΛΑΔΑ ΝΑ ΠΑΤΗΣΕΙ ΣΤΙΣ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ
Η πρόσφατη Σύνοδος Κορυφής της Ε.Ε. , είχε ξεκάθαρους κερδισμένους τους Πρωθυπουργούς της Ιταλίας και της Ισπανίας, κ.κ. Μόντι και Ραχόι. Οι δυο τελευταίοι , εξανάγκασαν την κ. Μέρκελ σε οπισθοχώρηση και άφησαν ελπίδες για το μέλλον του κοινού νομίσματος. H απόφαση της Συνόδου για αποσύνδεση των τραπεζικών χρεών από τα δημόσια και για προστασία των κρατικών ομολόγων από τις επιθέσεις των αγορών ωθεί επιτέλους την Ευρώπη προς μια συνολική αντιμετώπιση της σφοδρής κρίσης που απειλεί τη συνοχή της, αν όχι και την ίδια της την ύπαρξη. Μπορεί η απόφαση αυτή να μην επιλύει όλα τα προβλήματα, αλλά είναι ένα βήμα εμπρός. Σημαντικό ρόλο για την υποχώρηση Μέρκελ, η οποία δέχεται πλέον σκληρή κριτική ακόμα και εσωκομματικά, φαίνεται να έπαιξαν και οι πιέσεις από Σοσιαλδημοκράτες και Πράσινους. Σε κάθε περίπτωση, η ευρωπαϊκή ανακατανομή δυνάμεων φαίνεται να οδηγεί σε μια νέα ισορροπία, διακρατική και διακομματική. Με μια πρώτη ματιά, οι αποφάσεις της Συνόδου Κορυφής μπορούν να θεωρηθούν ως ένας ιστορικός συμβιβασμός μεταξύ των χωρών του πλούσιου Βορρά και του ‘προβληματικού’ Νότου, υπέρ της διάσωσης της ίδιας της Ευρωζώνης.
Από κει και πέρα όμως, το ελληνικό πρόβλημα δεν λύθηκε στη Σύνοδο Κορυφής. Ούτε καν συζητήθηκε. Οι αποφάσεις που πάρθηκαν, πρέπει να ισχύσουν και για την Ελλάδα. Στη βάση αυτή πρέπει να πιέσει η ελληνική κυβέρνηση. Μόνο τότε θα υπάρχει ελπίδα όχι μόνο για την ευρωζώνη, αλλά και για την Ελλάδα. Γιατί δεν πρέπει να ξεχνάει κανείς ότι το ελληνικό πρόβλημα είναι κυρίως ευρωπαϊκό. Με άλλα λόγια, η Ευρώπη έσπευσε να δώσει λύση για την Ιταλία και την Ισπανία. Με την Ελλάδα όμως, συνεχίζει την αργοπορία. Οι νέες διευθετήσεις προς το παρόν την αφορούν ελάχιστα. Μόνο μελλοντικά μπορούμε να έχουμε κάποια ελπίδα, αν δεν αλλάξει κάτι άμεσα. Για την Ελλάδα ισχύουν τα Μνημόνια του 2010 και του 2011, οι εξ αυτών απορρέουσες υποχρεώσεις, ο βαρύς δανεισμός και, κυρίως, η θανάσιμη κλιμάκωση της ύφεσης και της ανεργίας. Ωστόσο, η χθεσινή αλλαγή πλεύσης της Ε.Ε. αφήνει μερικές ελπίδες για μια ψύχραιμη, πιο ρεαλιστική αντιμετώπιση του ελληνικού προβλήματος. Η ελληνική ηγεσία οφείλει να συνομιλήσει επιτέλους με τους εταίρους – δανειστές μας, κάτι που έχει να συμβεί από το φθινόπωρο του 2011.
Η παρατεταμένη φύση της κρίσης, δεν επιτρέπει πανηγύρια για τις αποφάσεις της Συνόδου. Η οικονομική ύφεση είναι πιθανό να συνεχίσει να χαρακτηρίζεται από επεισόδια σοβαρής οικονομικής αστάθειας της αγοράς, και ως εκ τούτου θα επιβαρύνει τις οικονομικές προοπτικές στην ευρωζώνη. Στο μεταξύ, οι κυβερνήσεις πρέπει να δείξουν αποτελέσματα στη δημοσιονομική εξυγίανση και τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις για να ενισχύσουν την εμπιστοσύνη στη βιωσιμότητα του χρέους και στις μεσοπρόθεσμες προοπτικές ανάπτυξης. Η απόφαση των ηγετών της Ευρωζώνης για έναν ενιαίο εποπτικό μηχανισμό για τις τράπεζες είναι ένα σημαντικό βήμα για τη διασφάλιση της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας του ευρώ αλλά δεν αρκεί. Τα τελευταία χρόνια η στασιμότητα της ευρωπαϊκής ηγεσίας ήταν τέτοια που πλέον απαιτούνται άλματα για να φτάσουμε στο σημείο να πιστεύουμε ότι το κοινό νόμισμα θα στηρίζεται σε στέρεες βάσεις και δεν θα απειλείται από την κάθε μια κερδοσκοπική επίθεση.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)
ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΥΠΑΡΞΕΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΧΩΡΙΣ ΠΟΛΙΤΙΚΟΥΣ;
Ο Κασσελάκης λοιπόν επιβεβαίωσε τα προγνωστικά του πρώτου γύρου και είναι από χθες ο νέος Πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ. Έχουν ειπωθεί πολλά τα οποί...
-
Λίγο πριν τις εκλογές, και ενώ η πόλωση και η αντιπαράθεση μεγαλώνουν, πολλοί πολίτες εμφανίζονται, και είναι πραγματικά, αναποφάσισ...
-
Τα Χριστούγεννα ανέκαθεν ήταν η αγαπημένη μου εποχή (μαζί με το καλοκαιράκι βεβαίως). Σαν παιδί λάτρευα τούτες τις όμορφες μέρες αλλά δ...