Ιστορικά, το θέμα του διαχωρισμού εκκλησίας-κράτους έχει διχάσει τον πολιτικό-και όχι μόνο- κόσμο. Η πρόσφατη εκκλησιαστική κρίση, απότοκος των αποκαλύψεων για την υπόθεση Γιοσάκη, την εμπλοκή ιεραρχών σε παράνομες πράξεις, και κυρίως το Βατοπέδι, προκάλεσε σχετική και αναμενόμενη ψυχρότητα στις σχέσεις εκκλησίας και πολιτών. Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι το 65% των πολιτών επιθυμεί τον άμεσο διαχωρισμό εκκλησίας-κράτους. Αυτό πιθανόν να φανερώνει ότι η εκκλησία ασχολείται με ποικίλα άλλα πράγματα εκτός του πνευματικού της έργου. Αντί να αναζητήσει τους λόγους που οδηγούν σε τέτοιου είδους προτάσεις, αρνείται οποιαδήποτε συζήτηση και προκαλεί φοβίες για δήθεν καταδίωξή της, βλέποντας παντού φαντάσματα και εχθρούς της ορθοδοξίας.
Χωρισμός δεν σημαίνει σε καμία περίπτωση αφανισμός της εκκλησίας. Αντιθέτως, η εκκλησία θα ελευθερωθεί από τα κρατικά δεκανίκια και θα είναι πράγματι ζώσα πνευματική δύναμη. Κανένας δεν αμφιβάλλει ότι η εκκλησία σε πολύ δύσκολες στιγμές για το ελληνικό κράτος το βοήθησε ώστε να βγει από το αδιέξοδο και εξύψωσε τον ελληνισμό. Το καλύτερο όμως θα ήταν να λειτουργήσει αυτόνομα, βασιζόμενη στις οδηγίες των ιερών βιβλίων και στις αποφάσεις των συγκλήτων. Θα πρέπει να πάψει ο κλήρος να απαρτίζεται από δημόσιους υπάλληλους, οι οποίοι αμείβονται από το υστέρημα του Έλληνα φορολογούμενου πολίτη. Καιρός είναι να αναλάβει η ίδια η εκκλησία την πληρωμή του κλήρου, αναλογιζόμενη την τεράστια περιουσία που διαθέτει. Η στέρηση οικονομικών πόρων θα έχει εύλογα αποτελέσματα μιας και θα μείνουν στο χώρο της εκκλησίας αληθινοί χριστιανοί που διψούν για πραγματικό πνευματικό έργο. Η φορολόγηση της εκκλησιαστικής παρουσίας είναι κάτι παραπάνω από αναγκαία.
Το μάθημα των θρησκευτικών θα πρέπει να αλλάξει περιεχόμενο και να διδάσκει στους μαθητές την ιστορία των θρησκειών, ταυτόχρονα με την χριστιανική θρησκεία. Τα παιδιά δεν πρέπει να φανατίζονται έναντι άλλων θρησκειών. Πολλοί είναι οι συνάνθρωποι μας που υποστηρίζουν ότι έχουν το δικαίωμα ως Έλληνες και Ευρωπαίοι πολίτες να αποφασίζουν σχετικά με τη θρησκευτική αγωγή που πρέπει να λαμβάνουν τα παιδιά τους στο σχολείο. Η θρησκευτική ελευθερία, γεγονός αυτονόητο για κάθε κράτος που θέλει να θεωρείται δημοκρατικό, διασφαλίζει το κατάλληλο πλαίσιο για την εκτέλεση του πνευματικού έργου της εκκλησίας. Ίσως το πρόβλημα να εστιάζεται στο γεγονός ότι η εκκλησιαστική διοίκηση δεν έχει αποδεσμευτεί από αντιλήψεις που κυριαρχούσαν πριν και κατά τη διάρκεια της δικτατορίας, ενώ η ελληνική κοινωνία τις ξεπέρασε.
Άλλα σημαντικά ζητήματα που αφορούν τον διαχωρισμό είναι και το ζήτημα του πολιτικού όρκου στα δικαστήρια, της καύσης των νεκρών, ο υποχρεωτικός πολιτικός γάμος και άλλα των οποίων όμως η ανάλυση και η συζήτηση χρειάζεται ανάπτυξη πολλών σελίδων.
Το Σύνταγμα του 1975, που ισχύει αναθεωρημένο ως σήμερα, θεμελίωσε το πολίτευμα στη λαϊκή κυριαρχία, πράγμα που σημαίνει ότι διαχώρισε την πολιτική από τη θρησκεία και κατοχύρωσε συνταγματικά τη θρησκευτική ελευθερία με μη αναθεωρήσιμο άρθρο. Σε μια κοινωνία πολιτιστικά και θρησκευτικά πλουραλιστική, όπως είναι η ελληνική, καμία ομάδα δεν πρέπει να περιθωριοποιείται και αντίστοιχα καμία ομάδα δεν μπορεί να επιβάλλει τις απόψεις της στους άλλους. Το κράτος οφείλει να διασφαλίζει την ατομική ελευθερία των πολιτών και όσο πιο γρήγορα κατανοήσει η εκκλησιαστική διοίκηση αυτή την πραγματικότητα, τόσο καλύτερα θα είναι για την εκκλησία αλλά και για την ελληνική κοινωνία. Έτσι η εκκλησία θα απαλλαχθεί από πρόσθετα προβλήματα και μικροπολιτικά παιχνίδια και τότε πια απρόσκοπτη και αυτόνομη θα παράγει το πνευματικό της έργο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου